«Το βασίλειο της προσομοίωσης είναι πιο ρεαλιστικό από την πραγματικότητα». Το έγραψε ο Γάλλος φιλόσοφος Ζαν Μποντριγιάρ, ο άνθρωπος που φρόντισε από τους πρώτους να μας προαναγγείλει το Matrix της επίπλαστης πραγματικότητας.
Η «διαχείριση» της πληροφορίας είναι μια πολύ παλιά υπόθεση, βρίσκουμε τις ρίζες της στην αρχαιότητα, όταν ο άνθρωπος ως πολιτικό ον αντιλήφθηκε για πρώτη φορά πως αντί να μεταδίδει απλώς τα γεγονότα, μπορεί να τα διαχειρίζεται με τέτοιο τρόπο ούτως ώστε να αλλάζει δραστικά τις απόψεις του κοινού. Και έκτοτε ισχύει πως δεν έχει καμία σημασία η πραγματικότητα, αλλά αυτό που η πλειοψηφία αντιλαμβάνεται ως πραγματικότητα.
Η επίκληση στο συναίσθημα, η αναγωγή στο θυμικό, η επιλογή προβολής συγκεκριμένων πτυχών ενός γεγονότος αναλόγως το ακροατήριο, είναι τα βασικά συστατικά με τα οποία μια στοχευμένη επιχειρηματολογία καθίσταται αληθοφανής. Μια ιστορία έχει αξία μόνο όταν υπάρχουν πρόθυμα αυτιά να την ακούσουν και αρκεί ο σπόρος της υπόνοιας για να ταξιδέψει στο χρόνο.
Με την πάροδο των ετών, η πραγματικότητα τείνει να εκλείψει και να εξαφανιστεί υπό το βάρος των εικόνων και των συμβόλων που την αναπαριστούν και την υποδύονται. Η υπερ-συσσώρευση των αλλεπάλληλων προσομοιώσεων κάποια στιγμή καταργεί και υποκαθιστά την αλήθεια, αναπαράγοντας μια συλλογική αυταπάτη που στο τέλος κυριαρχεί σχεδόν ολοκληρωτικά.
Η τέχνη της επικοινωνίας, ειδικά στις μέρες μας που τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ανθούν, επιδρά τόσο πολύ στις ζωές των ανθρώπων, που αρκεί μια σπίθα, μια ακόμα και παντελώς αστεία θεωρία συνομωσίας προκειμένου να μπει το σαράκι της αμφισβήτησης στο μυαλό του τηλεθεατή, του αναγνώστη, του ακροατή, του ψηφοφόρου, του οπαδού. Θα επιχειρήσω να το εξηγήσω όσο απλούστερα γίνεται.
Εν αρχή ήταν το ραδιόφωνο, ένα απρόσωπο μέσο που εκ φύσεως επέτρεπε στον ακροατή να οπτικοποιεί κατά το δοκούν την πληροφορία που δεχόταν ο εγκέφαλός του. Εν συνεχεία εισέβαλε στις ζωές μας η τηλεόραση, ίσως το ισχυρότερο μέσο «προσομοίωσης της πραγματικότητας» από καταβολής κόσμου. Και η χαριστική βολή ήρθε με το διαδίκτυο.
Στην ψηφιακή εποχή, η διαφάνεια και η ανωνυμία των social media διευκολύνει τους χρήστες να μοιράζονται και να ανταλλάσσουν πληροφορίες με κινηματογραφική ταχύτητα. Αυτό προκαλεί μια «διαταραχή της πληροφορίας», η οποία με μαθηματική ακρίβεια οδηγεί στην παραπληροφόρηση και κατά συνέπεια στην παραπλάνηση.
Η δυνατότητα αυτοματοποίησης διευκολύνει την άμεση μετάδοση σε τεράστιο αριθμό ανθρώπων, γεγονός που δημιούργησε πρωτοφανείς διακλαδώσεις και οδήγησε στο περίπου χάος που βιώνουμε σήμερα. ΤΟ
μυαλό μας καλείται να διαχειριστεί τόσα δεδομένα που είναι αδύνατον να παραμείνει διαυγές και αδιάτρητο. Ψευδείς και ανακριβείς πληροφορίες διαδίδονται σκοπίμως για να παραπλανήσουν ή να εξαπατήσουν.
Και το θλιβερό είναι ότι η μετάδοση του ψευδούς περιεχομένου συμβαίνει από άτομα που δεν συνειδητοποιούν το παραπλανητικό. Κοινοποιούν απλώς επειδή μια «είδηση» τους προκάλεσε εντύπωση ή είναι διατυπωμένη με τέτοιον τρόπο ούτως ώστε να εξυπηρετεί τη δική τους θεώρηση των πραγμάτων. Αυτός ο τρόπος κακής πληροφόρησης είναι και ο πιο επικίνδυνος, διότι μπορεί να αφορά ακόμα και περιγραφή γνήσιων πληροφοριών που κοινοποιείται με πρόθεση να προκαλέσει βλάβη.
Και τώρα υπεισέρχομαι στην κορωνίδα και πλέον ανεξέλεγκτη πηγή: τη φήμη. Η φήμη είναι μια ιστορία που κυκλοφορεί από άτομο σε άτομο, μεταδίδεται «εμπιστευτικά», είναι πάντα αμφίβολη και δεν επαληθεύεται με κανέναν τρόπο. Συνήθως εμφανίζεται συνοδεία διφορούμενων γεγονότων και σχεδόν πάντα έχει στη βάση της μια αλήθεια η οποία ενεργοποιεί το διακόπτη του εγκεφάλου μας. Πρόκειται για πληροφορίες που ανάγονται στη σφαίρα του «αστικού μύθου» όπως μας αρέσει να τις αποκαλούμε.
Urban Legend (αστικός μύθος) είναι κάθε φανταστική ιστορία που περιέχει θέματα που σχετίζονται με τον τοπικό λαϊκό πολιτισμό. Συνήθως είναι ψευδής και περιγράφει εξεζητημένες αντιθέσεις, ασυνήθιστα, χιουμοριστικά ή φρικτά γεγονότα. Κάθε τι που δεν αποδεικνύεται ανάγεται στη σφαίρα του αστικού μύθου και για δεκαετίες μένει στο θυμικό, μέχρι να το αφομοιώσουν ή να το πετάξουν στα σκουπίδια οι επόμενες γενιές.
Αναλογιστείτε λοιπόν τι μπορεί να συμβεί όταν κάποιος επιχειρεί να αναμοχλεύσει ιστορικά γεγονότα που τα συνοδεύουν σκιές και παράλογες και μη ενορατικές σχέσεις που ανάγονται στη σφαίρα του αστικού μύθου. Και τώρα προσθέστε και το περιτύλιγμα της χούντας, το χοντροκομμένο «σχέδιο» μιας δράκας ημιμαθών που κατέλαβαν την εξουσία επιχειρώντας να «κατευθύνουν» το κοινό στη δική τους «πραγματικότητα».
Για να κριθεί μια εποχή πρέπει να υπάρχει συναίσθηση των συνθηκών, αντίληψη των κοινωνικών και οικονομικών δεδομένων, ανάλυση του χρονισμού, σωστή αξιολόγηση της πληροφορίας και ορθή ανάγνωση της ιστορίας. Δεν θα επιχειρήσω να πείσω κανέναν. Είναι ανώφελο να συνετίζει κανείς άρρωστα και φανατισμένα μυαλά, ανθρώπους που στην περιοχή του αντιπάλου ουρλιάζουν «πέναλτι» με τις φλέβες ορατές στο λαιμό και στην περιοχή της ομάδας τους ψιθυρίζουν «τίποτα» με ολύμπια ψυχραιμία.
Δεν μπορεί να τα βάλει κανείς με το φανατισμό, οι λόγοι είναι πραγματικά πολλοί και η ανάλυσή τους δαιδαλώδης. Εκείνοι που πιστεύουν ότι η γη είναι επίπεδη θα εξακολουθούν να το πιστεύουν, εκείνοι που πιστεύουν ότι η χούντα βοήθησε μόνο τις άλλες ομάδες και όχι τη δική τους, εκείνοι που μάχονται να αποδείξουν το αναπόδεικτο θα είναι πάντοτε ανάμεσά μας.
Έχει παρέλθει κοντά μισός αιώνας από τότε που μια ελληνική ομάδα προκρίθηκε σε τελικό ευρωπαϊκής διοργάνωσης ποδοσφαίρου. Ήταν ο Παναθηναϊκός. Το «Γουέμπλεϊ». Σε μισό αιώνα μπορεί η ίδια συζήτηση να αφορά την κατάκτηση του Euro2004 από την εθνική ομάδα στην Πορτογαλία. Άλλωστε και εκεί δημιουργήσαμε σκιές, ειπώθηκαν και γράφτηκαν τερατολογίες. Δεν έχει σημασία (ακόμα).
Για εκείνη την επιτυχία του Παναθηναϊκού έχουν χυθεί τόνοι μελάνης δίχως να αναλυθούν ποτέ τα ίδια τα γεγονότα, χωρίς να αποτυπωθεί ποτέ η πραγματικότητα εκείνης της εποχής. Είναι πολύ δύσκολο να σκηνοθετηθεί και να οπτικοποιηθεί με όρους videogame όπως επιτάσσει η εποχή αυτό το θέμα προκειμένου να απογυμνωθεί πλήρως και να παρουσιαστεί προς κατανάλωση.
Όλη η περίοδος της δικτατορίας στην Ελλάδα ήταν ένας απατηλός κόσμος όπου η αλήθεια συγχέετο με το ψέμα μέχρις ότου να απορροφηθεί απ’ αυτό. Η επταετία ήταν μια εποχή που όλα είχαν μετατραπεί σε θέαμα, όλα φιλτράρονταν προκειμένου να μην συνειδητοποιούν οι μάζες το έλλειμμα της δημοκρατίας και τη βαναυσότητα πίσω από τις κουίντες.
Την 21η Απριλίου του 1967 σταμάτησε βίαια μια πολιτιστική ορμή που θα συνέπαιρνε την Ελλάδα. Συνέβη στην υπόλοιπη «δική μας» Ευρώπη. Η Ελλάδα πάνω που είχε πλάσει το δικό της περιβάλλον άνοιξης και διέθετε προσωπικότητες όπως ο Χατζιδάκις, ο Θεοδωράκης και το «νέο κύμα» με το Σαββόπουλο, υποχρεώθηκε να μπει στο γύψο.
Η χούντα αντικατέστησε το «Άξιον εστί» με τα θεάματα. Χρηματοδότησε και επιδότησε με μεγάλη σπουδή και τον ελληνικό κινηματογράφο και τον ελληνικό αθλητισμό. Είναι διαπιστώσεις κοινής αποδοχής, εξακριβωμένα γεγονότα, δεν προσπαθώ να πείσω τεχνηέντως κανέναν.
Το ποδόσφαιρο είχε μια τεράστια δυναμική στα τέλη της δεκαετίας του ’60, αφορούσε την πλειοψηφία της -μην λησμονούμε- ανδροκρατούμενης κοινωνίας και κυρίως των νέων που δεν είχαν που αλλού να στραφούν. Μιλάμε για μια εποχή που δεν υπήρχε καν τηλεόραση σε όλα τα σπίτια, που πολλές οικογένειες δεν είχαν τα στοιχειώδη για να ζήσουν.
Διαβάζετε και ακούτε πολλές φορές ότι εκείνη την εποχή άνθισαν τα μπουζούκια, το «λαϊκό» σινεμά, τα σφαιριστήρια, το ποδόσφαιρο. Είναι πέρα για πέρα αληθές. Δεν υπήρχαν άλλοι τρόποι διαφυγής, δεν υπήρχε εναλλακτικός τρόπος, δεν υπήρχαν επιλογές. Ο άνθρωπος πάντοτε προσαρμόζεται στις συνθήκες που τον περιβάλλουν, βρίσκει τρόπους να επιβιώσει ακόμα και όταν απειλείται η ίδια του η ελευθερία. Και όταν ωριμάζουν οι συνθήκες επαναστατεί και βγαίνει από το τούνελ με τις δυνάμεις του.
Δεν είναι όμως μόνο η πολιτική ή η κοινωνιολογία το αντικείμενο. Πρέπει να γίνει αντιληπτό το κλίμα, η ατμόσφαιρα, η μυρωδιά της εποχής σε σχέση με το ποδόσφαιρο και τον αθλητισμό. Η χούντα «βοήθησε» όλα τα σωματεία. Με χρήματα, με αθλητικές εγκαταστάσεις, με πολιτικές επιρροές. Όταν ο πανίσχυρος τότε Γενικός Γραμματέας Αθλητισμού, Κώστας Ασλανίδης διέκρινε και τη χρυσή φουρνιά ποδοσφαιριστών στις λαοφιλείς ομάδες, η απόφαση για «επιδοτήσεις» ήταν πολύ εύκολη. Τον ακολουθούσε κατά πόδας ο
Παττακός που σε κάθε ευκαιρία κατέβαινε να γνωρίσει από κοντά και να χαιρετίσει τους ποδοσφαιριστές όλων των μεγάλων ομάδων. Θαμώνας του Καραϊσκάκης, της Λεωφόρου, της Νέας Φιλαδέλφειας.
Προσοχή όμως. Ο Σιδέρης, ο Κούδας, ο Δομάζος, ο Παπαϊωάννου, δεν ήταν δημιουργήματα της χούντας. Η χούντα προσπάθησε να οικειοποιηθεί το ταλέντο τους απλώς χρησιμοποιώντας τους ως μέσο για να κοιμάται, να ξεδίνει ή να ξεφεύγει το πλήθος. Δεν δίδαξε ο Ασλανίδης ποδόσφαιρο στο «Στρατηγό», ούτε έμαθε στον Καμάρα να σουτάρει ο Παττακός.
Η χούντα εκμεταλλεύτηκε προς όφελός της τις συγκυρίες, χρησιμοποίησε το πρωτογενές υλικό και το «τοποθέτησε» με τέτοιον τρόπο ούτως ώστε όλοι με κάποιον τρόπο να «χρωστούν» σ’ αυτήν και να αισθάνονται εκ περιτροπής ευνοημένοι και αδικημένοι. Γι’ αυτό τοποθετήθηκαν «Επίτροποι» σε κάθε σωματείο, γι’ αυτό στους αγώνες υπήρχε η απαραίτητη υψηλή εποπτεία του εκάστοτε «Γυμνασιάρχη του αγώνος», γι’ αυτό στα ντέρμπι όποτε χρειαζόταν και ήταν βέβαιο το λαϊκό υψηλό ενδιαφέρον κρίνετο «απαραίτητη» η παρουσία ενός «αξιωματούχου της κυβερνήσεως».
Είναι πολύ λεπτές και δυσδιάκριτες οι ισορροπίες, τόσες όσες χρειάζονται για να μπορεί σήμερα ο οποιοσδήποτε να χρησιμοποιήσει κομμάτια της πραγματικότητας για να ενισχύσει τους ισχυρισμούς του. Κι όσο πιο μεγάλο ήταν το κατόρθωμα, τόσο περισσότερες οι σκιές και τόσο περισσότεροι οι αστικοί μύθοι. Γι’ αυτό δεν υπάρχει καλύτερο γιατρικό από την απλή παράθεση των γεγονότων.
Ο Παναθηναϊκός δεν είχε απασχολήσει ιδιαίτερα την κοινή γνώμη και μόνον όταν απέκλεισε την κραταιά Έβερτον με τις δυο ισοπαλίες, η πρόκρισή του στον τελικό μετατράπηκε σε «Εθνικό θέμα». Η κλήρωση στον ημιτελικό με τους καλλιτέχνες Γιουγκοσλάβους του Ερυθρού Αστέρα ήταν δύσκολη, αλλά από τη στιγμή που υπήρχε Άγιαξ και Ατλέτικο, η καλύτερη δυνατή.
Η αποστολή του Παναθηναϊκού ταξίδεψε Πέμπτη 8 Απριλίου στο Βελιγράδι με ειδικά διαμορφωμένη πτήση της JAT. Επικεφαλής της αποστολής ήταν ο Συνταγματάρχης Πεζικού και ΓΓΑ Κώστας Ασλανίδης. Τον συνόδευαν, ο Αχιλλέας Μπουντουβής, εν είδει αρχηγού της αποστολής και ως αρχηγός του ποδοσφαιρικού τμήματος του Παναθηναϊκού, ο Ηρακλής Τσίπρας.
Στο ίδιο αεροπλάνο σύσσωμο το ποδοσφαιρικό τμήμα, με Πούσκας, Γαζή, τους ποδοσφαιριστές και μέλη των οικογενειών τους, καθώς και επιφανείς φίλους και μέλη του Παναθηναϊκού. Μεταξύ αυτών, η τότε σύζυγος του Μίμη Δομάζου Βίκυ Μοσχολιού και ο Σταμάτης Κόκκοτας που έδωσαν και το ένθερμο παρών στο Μαρακανά, αλλά και στις εκδηλώσεις ψυχαγωγίας της ομάδας.
Ο Παναθηναϊκός κατέλυσε στο πολυτελές ξενοδοχείο «Γιουγκοσλάβια» στο κέντρο του Βελιγραδίου και το Σάββατο ξεναγήθηκε στο Στάρι Γκραντ και τα λοιπά αξιοθέατα της πόλης. Την Κυριακή ομάδα και τεχνικό επιτελείο παρακολούθησαν το παιχνίδι Ερυθρού Αστέρα-Μπέογκραντ στην Καράμπουρμα (νυν Omladinski
Stadium), παιχνίδι μάλιστα που ο Αστέρας έχασε με 2-1 μετά από απογοητευτική εμφάνιση. Κρατήστε τη λεπτομέρεια για τη ροή της ιστορίας.
Τη Δευτέρα το βράδυ, η ομάδα συμμετείχε στη δεξίωση που παρέθεσε ο τότε Πρέσβης της Ελλάδας στο Βελιγράδι, Σπυρίδων Τετενές. Κατά τη διάρκεια της βραδιάς μάλιστα, τραγούδησαν και ο Σταμάτης Κόκκοτας και η Βίκυ Μοσχολιού κατόπιν παραινέσεως της κυρίας Τετενέ. Την παραμονή του αγώνα και με χιλιάδες Έλληνες να έχουν καταφθάσει στο Βελιγράδι (οι περισσότεροι οδικώς) η ομάδα προπονήθηκε και ξέσκασε απλώς στο καζίνο του ξενοδοχείου.
Το απόγευμα της 14ης Απριλίου, ο Παναθηναϊκός μπροστά σε 90 χιλιάδες θεατές και μετά από ολέθρια εμφάνιση του Τάκη Οικονομόπουλου, ηττήθηκε με 4-1 από τον καλύτερο Αστέρα που αγωνίστηκε και χωρίς τον ποιοτικότερο ποδοσφαιριστή του, Ντράγκαν Τζάιτς. Η διαιτησία ως συνήθως εκείνα τα χρόνια, έπαιξε έδρα, αλλά δεν καθόρισε το αποτέλεσμα. Πιθανόν η έκταση του σκορ να ήταν μικρότερη εάν ο Αυστριακός Νιερμάγερ ήταν πιο φιλικός προς την ελληνική ομάδα, αλλά ο Αστέρας ήταν καλύτερος και δίκαια κέρδισε. Εάν υπήρχαν κάποιες ελπίδες για πρόκριση στον τελικό, με το 4-1 του Βελιγραδίου, η αποστολή του τριφυλλιού έγινε απείρως πιο δύσκολη, σε περίπτωση δε που δεχόταν γκολ, αδύνατη.
Το γκολ του Καμάρα ωστόσο στο 56ο λεπτό του αγώνα στο Μαρακανά, άφηνε κάποιες αμυδρές ελπίδες για κυνήγι του θαύματος στη ρεβάνς. Και το θαύμα πολύ απλά έγινε. Για μια σειρά από λόγους και έναν συνδυασμό κινήτρων, ικανότητας, τύχης και πίστης στην ανατροπή.
Οι Γιουγκοσλάβοι ήρθαν στην Αθήνα μετά από δέκα ημέρες έχοντας υποτιμήσει τον Παναθηναϊκό, ακριβώς όπως είχε κάνει και η μεγάλη Έβερτον. Στο γεύμα που παρέθεσε ο επίσημος Παναθηναϊκός στο Ναυτικό Όμιλο, ο πρόεδρος του Ερυθρού Αστέρα, Νίκολα Μπούγκαρτσιτς, έκανε λόγο για βέβαιη πρόκριση των Γιουγκοσλάβων και γενικότερα η αίσθηση που άφηναν οι Γιουγκοσλάβοι ήταν πως το εμπόδιο του Παναθηναϊκού θα το ξεπερνούσαν εύκολα ή δύσκολα.
Την παραμονή του αγώνα στα μπουζούκια (στη «Νεράιδα»), ο κυβερνητικός επίτροπος Τσέλκιτς έβαλε μια καρφίτσα με το έμβλημα του Ερυθρού Αστέρα στο πέτο του τραγουδιστή Γιάννη Καλατζή, ύψωσε το ποτήρι και ζήτησε από τους παρευρισκόμενους να ευχηθούν «καλή επιτυχία» στον Αστέρα για τον τελικό με τον Άγιαξ. Την ίδια μέρα, ο Ασλανίδης έκανε τον κονφερασιέ στον υπουργό Αθλητισμού της Γιουγκοσλαβίας Κνέζεβιτς στην Αρχαία Ολυμπία.
Όλα αυτά οι ποδοσφαιριστές του Παναθηναϊκού τα γνώριζαν. Είναι γνωστή μάλιστα και η ιστορία που έχει διηγηθεί ο Κώστας Ελευθεράκης, για τις εφημερίδες της Γιουγκοσλαβίας που είχαν ήδη προλάβει την ημέρα του επαναληπτικού να κυκλοφορήσουν με πρωτοσέλιδα που έγραφαν «τελικός κυπέλλου Πρωταθλητριών στο Γουέμπλεϊ: Ερυθρός Αστέρας-Άγιαξ». Μια τέτοια εφημερίδα έπεσε στα χέρια του Δομάζου, ο οποίος μάζεψε τους συμπαίκτες του στο δωμάτιο και «χτύπησε» ποντάροντας στο θυμό και στο κίνητρο.
Η 28η Απριλίου είναι από μόνη της μια εποποιΐα. Ώρα 13.30, η κερκίδα προς το κέντρο της Αθήνας ήδη ασφυκτικά γεμάτη εν αντιθέσει με το υπόλοιπο γήπεδο. Περιμετρικά η Λεωφόρος γεμάτη πανό, όπως και οι γύρω πολυκατοικίες. Όσοι δεν ήταν παναθηναϊκοί ή δεν είχαν πανό, είχαν απλώσει τσόχες, τραπεζομάντηλα, ότι πράσινο υπήρχε στο σπίτι του καθενός και παρέπεμπε σε «παναθηναϊκό».
Ξεχώριζε σε ένα μπαλκόνι το πανό «Εκατομμύρια καρδιές χτυπούν για εσάς». Στο γήπεδο «Ημίθεε Δομάζο οδήγησε την Ελλάδα στο Γουέμπλεϊ», «Στρατηγέ μαζί σου», «ΠΑΟ για την Ελλάδα» και πολλά άλλα. Σειρήνες, κλάξον, φωνές. Ήταν τόσο μεγάλη η ένταση, που οι υπεύθυνοι διοργανωτές του Παναθηναϊκού έκαναν εκκλήσεις από τα μεγάφωνα: «Παρακαλούνται οι φίλαθλοι όπως μη φωνάζουν από τώρα, διότι δεν θα έχουν αρκετές δυνάμεις για τη διάρκεια του αγώνος».
Όσο περνούσε η ώρα το γήπεδο πρασίνιζε κανονικά. Κάθε φίλαθλος και ένα πράσινο καπέλο, για προστασία από τον ήλιο που έκαιγε τη Λεωφόρο. Στις 14.30 βγήκαν οι Γιουγκοσλάβοι για «αναγνώριση» του αγωνιστικού χώρου. Η ομάδα του Μίλιανιτς είχε προπονηθεί στη Λεωφόρο και την προηγούμενη, από τότε όμως υπήρχε η συνήθεια της αναγνωριστικής βόλτας στον αγωνιστικό χώρο με πολιτική περιβολή. Οι φίλαθλοι τους υποδέχτηκαν με σφοδρές αποδοκιμασίες, ένα βαρελότο έσκασε στο κέντρο του γηπέδου, φωνές, βρισιές, ένταση. Ευτυχώς πρώτα βγήκε ο Μπλούης από τα αποδυτήρια και αμέσως μετά ο Πούσκας και το πλήθος έστρεψε την προσοχή του αλλού. «Βίβα Πάντσο»! Η γνωστή κραυγή δόνησε τη Λεωφόρο και ο «καλπάζων συνταγματάρχης» ανταπέδωσε.
Η ώρα είχε πάει 15.00 και δυο πιτσιρικάδες κραδαίνοντας ελληνικές σημαίες και πράσινα μπαλόνια, διέσχισαν το μήκος του γηπέδου σκορπίζοντας νέο ενθουσιασμό. Λίγο αργότερα κινητικότητα στις θέσεις των επισήμων. Η Δέσποινα Παπαδοπούλου περνώντας ανάμεσα από επίσημους και «επίσημους» κάθισε στη θέση της. Την πλαισίωναν ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Παπαδόπουλου και υπουργός Εσωτερικών Παττακός, ο υφυπουργός Εσωτερικών και πρώην διοικητής της ΕΑΤ-ΕΣΑ Λαδάς, ο υπουργός Εργασίας Μανωλόπουλος και ο ΓΓΑ Ασλανίδης. Ο τελευταίος εν αντιθέσει με τους υπόλοιπους, κάθισε στη θέση του διασχίζοντας το γήπεδο προκειμένου να «χαιρετίσει το πλήθος».
Ώρα 15.45 και οι Γιουγκοσλάβοι μπήκαν κανονικά στο γήπεδο. Νέες αποδοκιμασίες που κόπασαν μεμιάς όταν ακούστηκε ο εκκωφαντικός θόρυβος από ένα ελικόπτερο. Το ελικόπτερο προσγειώθηκε στο κέντρο του γηπέδου και όταν έπεσε η σκόνη, από τα σπλάχνα του βγήκαν τέσσερα μοντέλα με κοντές φούστες και καυτά σορτς. Ήταν το διαφημιστικό “event” του αγώνα, με τα κορίτσια να διαφημίζουν τις ηλεκτρονικές συσκευές URANYA.
Όλο το γήπεδο ασχολείτο με τα μοντέλα, μέχρι που στις 15.55 βγήκε ο Παναθηναϊκός. Ζητωκραυγές, πρόκριση και το ιστορικό πανό των φιλάθλων του Ολυμπιακού στο νοτιοδυτικό πέταλο: «Οι φίλαθλοι του Ολυμπιακού ΜΑΖΙ ΣΑΣ». Με κόκκινα γράμματα και ένα πράσινο τριφύλλι. Όταν βγήκε και η τριπλέτα των Ισπανών διαιτητών, οι κοπέλες ολοκλήρωσαν το τελετουργικό μοιράζοντας το δώρο της εταιρείας στους 22 ποδοσφαιριστές: άπαντες έλαβαν από ένα δελτίο παραλαβής μιας τηλεόρασης URANYA. Αυτό ήταν το περιβόητο «χαρτάκι» που πήραν οι ποδοσφαιριστές του Ερυθρού Αστέρα.
Στις 16.05 ο Ίβηρας Χοσέ Μαρία Ορτίθ ντε Μεντίμπιλ σφύριξε για πρώτη φορά. Στις 16.07 ο Αντώνης Αντωνιάδης είχε βάλει ήδη τον Παναθηναϊκό μπροστά στο σκορ. Αυτή είναι η σημαντικότερη συγκυρία που επέτρεψε στον Παναθηναϊκό να προκριθεί: το γρήγορο γκολ. Οι Γιουγκοσλάβοι ζαλισμένοι από την ατμόσφαιρα και το απρόσμενο γκολ βρέθηκαν άμεσα αμυνόμενοι και σε μειονεκτική θέση. Αυτό που ζητούσε ο Πούσκας και κυκλοφορούσε σε όλα τα στέκια τις προηγούμενες μέρες ήταν γεγονός. «Ένα γρήγορο γκολ».
Μέχρι να ισορροπήσει ο Αστέρας και να απειλήσει την εστία του Κωνσταντίνου που είχε αντικαταστήσει τον με κατεστραμμένη ψυχολογία Οικονομόπουλο, ο Παναθηναϊκός είχε προλάβει να το πιστέψει και να ανασυνταχθεί πλήρως. Ο Αστέρας μετά το εικοσάλεπτο πιέζει, χάνει μια καλή ευκαιρία με το φάουλ του Όστοϊτς που αποκρούει ο Κωνσταντίνου και επιλέγει παιχνίδι αντεπιθέσεων. Ο Παναθηναϊκός επιτίθεται βασιζόμενος στον οίστρο του Δομάζου, χάνει ευκαιρίες, αλλά το ημίχρονο λήγει στο ισχνό 1-0.
Στο ημίχρονο κυριαρχεί πίστη, αλλά και αγωνία αφού ο Παναθηναϊκός είναι ακόμα δυο γκολ μακριά από το στόχο. Το «κρύο» γκολ του Αντωνιάδη στο 55ο λεπτό βάζει στο γήπεδο φωτιά. Ο ψηλός είναι και με τη βούλα μεγάλος πρωταγωνιστής του αγώνα και χαίρει της τιμής να τελειώνει πρώτος σκόρερ της διοργάνωσης. Ο Πούσκας αλλάζει την ατυχή έμπνευση με το νεαρό Καλλιγέρη, ρίχνοντας στο παιχνίδι τον Αθανασόπουλο και ο Παναθηναϊκός κυνηγάει το γκολ του Γουέμπλεϊ.
Το εξαγνιστικό γκολ που έστειλε τον Παναθηναϊκό στο Λονδίνο σκοράρει ο Αριστείδης Καμάρας. Είναι το σημαντικότερο γκολ της καριέρας του. Το ρολόι δείχνει το 63ο λεπτό και στο τελευταίο μισάωρο ο Παναθηναϊκός κάνει ό,τι μπορεί για να διαφυλάξει την πρόκριση. Καθυστερήσεις, χλιαρές επιθέσεις, σκληρά μαρκαρίσματα, διακοπές. Ο Ερυθρός Αστέρας επιτίθεται, το 3-0 «ξύπνησε» του παίκτες του Μίλιανιτς που στο 74ο λεπτό πάγωσαν τη Λεωφόρο. Είναι η απόκρουση της…ζωής του Βασίλη Κωνσταντίνου.
Το σουτ του Κάρασι είναι πολύ δυνατό και ευθύβολο. Όλο το γήπεδο πίστεψε ότι όλα τελείωσαν σε εκείνο το σουτ στη δεξιά γωνία του Κωνσταντίνου. Ο Βασίλης τέντωσε το σώμα του, άπλωσε το χέρι όσο γινόταν και με τα ακροδάχτυλα την έβγαλε κόρνερ. Η απόκρουση του τερματοφύλακα έστειλε την ψυχολογία και των υπολοίπων στα ύψη, επέτρεψε στον Παναθηναϊκό να αντέξει στο τελευταίο τέταρτο του αγώνα.
Μετά από δυόμισι λεπτά καθυστέρηση, ο Ορτίθ σφυρίζει τρεις φορές και το λήγει. Και ξαφνικά οι δείκτες του ρολογιού άρχισαν να γυρίζουν ανάποδα. Η Αθήνα είχε τρελαθεί, βρέθηκε σε ομαδική παράκρουση. Η συμπυκνωμένη αγωνία δεκαπέντε ημερών μετά τον άτυχο αγώνα του Βελιγραδίου, όλος εκείνος ο ηλεκτρισμός που τροφοδοτούσε τις ξέφρενες εκδηλώσεις στο γήπεδο, διοχετεύτηκε σε ολόκληρη την πόλη.
Η Αθήνα σε κατάσταση αμόκ. Ο καθένας έκανε ό,τι ήθελε, ό,τι περνούσε από το κεφάλι του είτε πεζός είτε όχι. Οι τροχονόμοι είχαν αυτοκαταργηθεί, σήκωσαν τα χέρια ψηλά μπροστά στο πρωτοφανές ξέσπασμα. Χιλιάδες άνθρωποι, εκατοντάδες αυτοκίνητα, ένας ασταμάτητος θόρυβος, ένα τρομερό παραλήρημα στο οποίο παραδόθηκε μια ολόκληρη πόλη. Σάλπιγγες, καραμούζες, ταμπούρλα, σειρήνες, κόρνες, συνθήματα και κραυγές μέχρι τις 2 το ξημέρωμα.
«Το θαύμα. Το θαύμα της πρόκρισης». Ο Παναθηναϊκός είχε κάνει το αδύνατο για κάθε ψύχραιμο ποδοσφαιρικό αναλυτή. Οι εφημερίδες της εποχής αφιέρωσαν δεκάδες σελίδες σε εκείνο το ανθρώπινο ποτάμι που πλημμύρισε την Αθήνα. Ομόνοια, Σύνταγμα, Πλάκα, Ζάππειο, Κολωνάκι, πλατεία Βικτωρίας γεμάτες κόσμο. Άνθρωποι σκορπισμένοι στις γειτονιές και στις συνοικίες να πανηγυρίζουν. Γουδή, Γκύζη, Καλλιθέα, Παγκράτι, Κυψέλη, Πατήσια, Θησείο, Σεπόλια. Παντού. Μια φιέστα τρέλας παντού.
Επί οκτώ ώρες η Αθήνα είχε παραλύσει, ήταν παραδομένη στο πλήθος. Από κάθε σπίτι, κάθε διαμέρισμα, άνθρωποι κατά τα άλλα σοβαροί και ευυπόληπτοι να προσβάλλονται από το μικρόβιο της πράσινης τρέλας και να τους συνεπαίρνει ο ενθουσιασμός. Πενηντάρηδες να εγκαταλείπουν το σπίτι και να ακολουθούν τα παιδιά τους που ήθελαν να γυρίσουν τους δρόμους πανηγυρίζοντας. Οι γυναίκες στα μπαλκόνια, στις βεράντες, στα παράθυρα, να απλώνουν πράσινες τσόχες, πράσινα πουκάμισα, πράσινα τραπεζομάντηλα. Ορισμένες κρεμούσαν ακόμα και ζαρζαβατικά μόνο και μόνο επειδή ήταν πράσινα.
Μόνο στη Βραζιλία είχε παρατηρηθεί τέτοιο πάθος και εξαλλοσύνη σχετικά με το ποδόσφαιρο. Η απόλυτη τρέλα. Για τα unisex λουτρά στην Ομόνοια (μπεν-μιξτ τα έλεγαν τότε), για τις μαθήτριες που βουτούσαν με τις ποδιές και τις σάκες στην πλάτη στο συντριβάνι της πλατείας Κυριακού όπως έλεγαν την πλατεία Βικτωρίας. Για το γεροντάκι που έκανε στριπτίζ στην Πανεπιστημίου, για εκείνον που είχε στολίσει το αυτοκίνητο με αληθινά -πράσινα- πεντακοσάρικα, για τον… εύσωμο που είχε σταματήσει μπροστά στον τροχονόμο και του χόρευε «οριεντάλ», γι’ αυτόν που είχε ανέβει στην καρότσα του φορτηγού του και μοίραζε στο πλήθος…μανικετόκουμπα. Για τον πεζό που περνούσε με κόκκινο τη διάβαση κι όταν του φώναξε ο αστυνομικός απάντησε ότι «τα βλέπει όλα πράσινα».
Πάνω από 55 καρδιακές προσβολές μέτρησε εκείνη τη νύχτα ο Σταθμός Πρώτων Βοηθειών. Οι δέκα αφορούσαν ανθρώπους που δεν άντεξαν παρακολουθώντας το ματς στην τηλεόραση. Ο συνήθως συνετός και επαγγελματίας «Ζανό» που μετέδιδε το παιχνίδι, έχανε τα λόγια του και του ξέφευγαν οι αναφορές στους ποδοσφαιριστές με το μικρό τους όνομα. «Έλα Τότη, πάμε ψηλέ, μπράβο Στρατηγέ». Οι περισσότεροι
φίλαθλοι υπέστησαν καρδιακό επεισόδιο ελαφράς μορφής, ελάχιστοι διακομίστηκαν και έμειναν στο νοσοκομείο, η καρδιά του ενός δεν άντεξε και έπαψε να χτυπά εκείνο το βράδυ της 28ης Απριλίου.
Η αναστάτωση κράτησε ώρες ολόκληρες, στη Σταδίου έκαναν περιφορά στο λείψανο (!) του Ερυθρού Αστέρα, μια πολυτελής γυάλινη νεκροφόρα με ένα φέρετρο βαμμένο στα χρώματα του αντιπάλου. Πίσω κανονικά «πομπή» με «τεθλιμμένους συγγενείς» να θρηνούν. Το φέρετρο το πήγαν… φουνταριστό στη θάλασσα κάπου στο Πασαλιμάνι.
Την ίδια ώρα στη Ρηγίλλης δεύτερη κηδεία. Με κεράκια, πένθιμα εμβατήρια και φέρετρο αγορασμένο με έρανο. Στάθηκαν έξω απ’ το γραφείο κηδειών, ρώτησαν «πόσο κάνει το φέρετρο» και κάθε φίλαθλος «τσόνταρε» δυο δραχμές για να το αγοράσουν. Μετά την εκφορά το κάψανε στην πλατεία Ρηγίλλης πανηγυρίζοντας. Αυτοσχεδιασμοί, εξαλλοσύνες στα όρια της αλλοφροσύνης. Πότε κόσμια και πότε βίαια, γιατί δεν έλειψαν και τα επεισόδια.
Και στο Βελιγράδι είχαν γίνει κάποια μικροεπεισόδια και ειδικά κάποιες κλοπές, αλλά σε γενικές γραμμές το πράγμα -αναλογικά- κρατήθηκε σε ελεγχόμενα πλαίσια. Στην Αθήνα τα επεισόδια και οι επιθέσεις κατά πάντων είτε αντιμετωπίστηκαν έξυπνα από τους τουρίστες είτε απομονώθηκαν εν τη γενέσει τους. «Εμφυλίους» δεν είχαμε αφού ακόμα και ο επίσημος Ολυμπιακός εξέδωσε συγχαρητήρια ανακοίνωση που υπέγραψαν ο Αντιπρόεδρος και ο Γενικός Γραμματέας του, απευθυνόμενη τόσο στο φίλο Παναθηναϊκό όπως αναφέρεται, όσο και στον περισπούδαστο ΓΓΑ Ασλανίδη.
Δεν έλειψαν και τα.. ευτράπελα σεξουαλικού περιεχομένου, πολλά από τα οποία σχολιάστηκαν και από τον ξένο Τύπο. «Ειδικά» πριμ θηλυκού περιεχομένου, δώρα και ακόμα περισσότερα «ταξίματα» από στάρλετ της εποχής προς τους παίκτες του Παναθηναϊκού. «Το σέξι βραβείο κούρδισε τους παίκτες του ΠΑΟ», έγραψε ή έγκυρη ιταλική εφημερίδα La Stampa. Ο γνωστός χρονογράφος της εποχής Π. Παλαιολόγος έγραψε στο «Βήμα» και για τις αντιδράσεις του «κανονικού» καλλιτεχνικού κόσμου παραθέτοντας δηλώσεις της Καρέζη, της Βλαχοπούλου, της Κοντού. Η Αλίκη ήταν στη Θεσσαλονίκη και αναφέρεται απλώς ότι πανηγύρισε στην Αριστοτέλους μαζί με τους υπόλοιπους Θεσσαλονικείς προκαλώντας λιποθυμίες με το σορτσάκι της.
Για το θρυλικό και ανεπανάληπτο τελικό στο Γουέμπλεϊ τα έχουμε πει αναλυτικά σε παλαιότερο κείμενο στο sdna. Δεν έχουμε πει όμως για τις σκιές και το δηλητήριο. Κυκλοφόρησε το 1979 μια έρευνα στην εφημερίδα «Ελευθεροτυπία» με τίτλο «ο Φάκελλος Γουέμπλεϋ».
Η εφημερίδα αναφέρει ότι η χούντα πέρασε από λογοκρισία δημοσιεύματα του ξένου Τύπου εκείνη την εποχή και φρόντισε να αποκρύψει τη φημολογία για χαλκευμένη πρόκριση του Παναθηναϊκού στον τελικό. Στο ρεπορτάζ αναπαράγονται δυο δημοσιεύματα. Ένα από τη γερμανική Bild που αφορά ογκώδες πριμ
του Αριστοτέλη Ωνάση και ένα δεύτερο από την ιταλική Stadio που αναφέρει «λεπτομέρειες» από τη δωροδοκία του Έλληνα κροίσου που εξαγόρασε ολόκληρο τον Ερυθρό Αστέρα προκειμένου να προκριθεί ο Παναθηναϊκός στον τελικό.
Αμφότερα τα ρεπορτάζ αναφέρουν ως πηγή ένα δημοσίευμα της τοπικής εφημερίδας του Νόβισαντ Magyar Szó, ενός εντύπου σε ουγγρική γλώσσα που απευθύνετο στη μαγυάρικη μειονότητα της Βοϊβοντίνα. Είναι το μοναδικό ξένο έντυπο που αναφέρει δωροδοκία και αφήνει σκιές για το παιχνίδι. Παρατίθενται οι αναφορές και τα συμπεράσματα είναι εύγλωττα:
1. «Η γερμανική σκανδαλοθηρική εφημερίδα. «Μπίλντ», με ημερήσιο τιράζ 5 εκατ. φύλλα, αφιέρωσε οκτάστηλο τίτλο με θέμα τον αγώνα ΠΑΟ-Ερυθρού Αστέρα. Η «Μπίλντ» έγραψε στο φύλλο της 8ης Μαΐου: «Ωνάσης, νέα αγάπη το ποδόσφαιρο». Ο Έλληνας δισεκατομμυριούχος έδωσε 350.000 μάρκα για να αγοράσει το παιχνίδι με τον Ερυθρό Αστέρα. Η ξένη εφημερίδα έγραψε ότι πήρε της σχετικές πληροφορίες από την ουγγρική «Μαγιάρ Ζό», που έγραφε, μεταξύ άλλων, ότι:
«Πουλήθηκε» το προεδρείο του Ερυθρού Αστέρα, με ποσό 300.000 δολλαρίων.
Πριν από τον αγώνα προσγειώθηκε στο γήπεδο του Παναθηναϊκού, ένα ελικόπτερο με καλλίγραμμες κοπέλες που πρόσφεραν της παίκτες του Ερυθρού Αστέρα ανθοδέσμες, αλλά σε τέσσερις απ’ της δόθηκαν επιταγές των 15.000 δολλαρίων.
Η ελληνική «κυβέρνηση δώρισε σε κάθε παίκτη από μια βίλλα και μηνιαία σύνταξη από 1200 μάρκα (σ.σ. πράγμα που δεν είναι αληθές).
Ο Παναθηναϊκός έδωσε σε κάθε παίκτη πριμ 25.000 μάρκων (τότε το μάρκο είχε 12 δρχ.) και στον προπονητή Φέρεντς Πούσκας πριμ 84.000 μάρκων.».
2. Η ιταλική «Στάντιο», στο φύλλο της 12ης Μαΐου 1971 έγραψε μεταξύ άλλων, αναφερόμενη κι αυτή στο δημοσίευμα της ουγγρικής εφημερίδας «Μαγιάρ Ζό», ότι αμέσως μετά τον αποκλεισμό του από τον Παναθηναϊκό, ο Ερυθρός Αστέρας έχασε στο γήπεδο του από την Ζελέζνιτσαρ με 4-1, για να δείξει ότι περνάει αγωνιστική κρίση. (σ.σ. στην αρχή του κειμένου διαπιστώνετε ότι ο Αστέρας είχε χάσει και πριν το παιχνίδι του πρώτου γύρου από τη Μπέογκραντ, αλλά αυτό δεν τον εμπόδισε να κερδίσει τον Παναθηναϊκό με 4-1).
Στο ρεπορτάζ της έγραψε ότι:
Πουλήθηκαν οι παράγοντες του Ερυθρού Αστέρα αντί 300. 000 δολλαρίων και ότι τέσσερις παίκτες (οι Ατσίμοβιτς, Κάρασι, Ντουΐκοβιτς και Όστοϊτς) πήραν επιταγές των 15.000 δολλαρίων.
Οι Έλληνες κατάφεραν, μέσω του τότε Γ.Γ. της ΟΥΕΦΑ, να παίξει στο ματς ο τιμωρημένος Δομάζος. (σ.σ. πράγματι ο Δομάζος είχε τιμωρηθεί και έγινε άρση της τιμωρίας).
Στο «κόλπο» ήταν και ο προπονητής του Ερυθρού Αστέρα Μίλαν Μίλιανιτς που πήρε κάποια υπόσχεση από τον Ασλανίδη. Ο Μίλιανιτς είπε της παίκτες του να συμπεριφερθούν στο γήπεδο σαν μικρά παιδιά.
Της Γιουγκοσλάβους ποδοσφαιριστές είχαν υποσχεθεί, πριν από το ματς, ωραίες Ελληνίδες.
Ένα μυστηριώδες χέρι έβαλε υπνωτικά χάπια στα ποτήρια των Γιουγκοσλάβων ποδοσφαιριστών.
Ο Μίλιανιτς δεν έκανε αλλαγές μετά το 2-0.».
Πέραν της περίπτωσης του Δομάζου που είναι αληθής ως προς το σκέλος ότι έγινε άρση της τιμωρίας (χάρη κυρίως στο μέγεθος Πούσκας και τις διασυνδέσεις του) και των πριμ, το «ρεπορτάζ» του δημοσιογράφου της Magyar Szó, «μιλάει» από μόνο του για κάθε νοήμονα άνθρωπο.
Ας δούμε λοιπόν τι είχε όντως γράψει τότε ο ξένος Τύπος, αρχής γενομένης από τα ίδια τα μέσα της Γιουγκοσλαβίας, όπως μετέδωσε το Associated Press και όχι ο ελληνικός Τύπος. Το γιουγκοσλαβικό πρακτορείο ειδήσεων TANJUG ανέφερε στο εκτενές δελτίο Τύπου: «Συνέβη ένα θαύμα. Παρά ταύτα η ελληνική ομάδα υπερτερούσε και ο Ερυθρός Αστέρας δεν συνήλθε από το σοκ του πρώτου λεπτού. Οι Γιουγκοσλάβοι ποδοσφαιριστές ανασυντάχθηκαν και συνήλθαν στη συνέχεια, αλλά τελικά οι Έλληνες επικράτησαν.».
Η ευρείας κυκλοφορίας «Πολίτικα» βγήκε με τίτλο «Το δράμα του Ερυθρού Αστέρα στην Αθήνα» φιλοξενώντας δηλώσεις των πρωταγωνιστών, μεταξύ των οποίων δεσπόζει η τοποθέτηση του Τζάιτς που τόνισε ότι αν δεν είχε τιμωρηθεί (ήταν τιμωρημένος όπως και ο Ελευθεράκης) και μπορούσε να βοηθήσει, πιθανόν ο Ερυθρός Αστέρας να είχε προκριθεί. Η εφημερίδα έχει και δηλώσεις του συνοδεύοντος την αποστολή υπουργού Κνέζεβιτς, ο οποίος δήλωσε ότι ο Παναθηναϊκός ήταν καλύτερος στο μεγαλύτερο διάστημα του αγώνα και προκρίθηκε δίκαια.
Στον υπόλοιπο ξένο Τύπο, οι αναφορές είναι περίπου οι αναμενόμενες και παρατίθενται στο παρακάτω δημοσίευμα από το σχετικό αφιέρωμα της «Βραδυνής».
Όσον αφορά το πριμ, πράγματι το καθεστώς υποσχέθηκε και παρείχε στον Παναθηναϊκό όσα περισσότερα μπορούσε. Δόθηκαν υποσχέσεις και υπέρογκα ποσά, διαγράφηκαν τα σωρευμένα χρέη του σωματείου προς την πολιτεία έως την 28η Απριλίου 1971, ύψους 4 εκατομμυρίων δραχμών. Στους πρωταγωνιστές, ο Πούσκας πήρε πριμ 650.000 δρχ, κάθε παίκτης 200 χιλιάδες (μισά ο σύλλογος και μισά η ΓΓΑ) ενώ πριμοδοτήθηκε και με 150 χιλιάδες κάθε γκολ (ήτοι 450 χιλιάδες δραχμές) και πάλι από τη ΓΓΑ.
Εκτιμώ ότι ολόκληρο το ζήτημα της δωροδοκίας θα είχε ξεχαστεί εάν δεν υπήρχε η τοποθέτηση της συζύγου του δικτάτορα, Δέσποινας Παπαδοπούλου σε συνέντευξή της στην τηλεοπτική εκπομπή «Φάκελοι» και στον έγκριτο δημοσιογράφο Αλέξη Παπαχελά. Δεν έχω να αντιτάξω κάποιο στοιχείο απέναντι στους ισχυρισμούς της Παπαδοπούλου, απλώς σημειώνω ότι πρόκειται για μια γυναίκα που σε άλλες δηλώσεις της ανέφερε ότι ο Παναγούλης περνούσε καλά και έπαιζε τένις (!) κάθε μέρα στη φυλακή.
Στην εφημερίδα ΦΩΣ των Σπορ που έγινε αναπαραγωγή του θέματος, φιλοξενείται διάψευση του Παττακού και τοποθέτηση του βιογράφου του, Χατζηγώγου, ο οποίος υποστηρίζει ότι η ατάκα του Παττακού ειπώθηκε, αλλά χάριν αστεϊσμού προκειμένου να ηρεμήσει η «κυρία πρωθυπουργού».
Στην επέτειο του Πολυτεχνείου το 2014, η εφημερίδα «Έθνος» δημοσίευσε ένα 16σέλιδο «Μηνιαίο δελτίο Ψυχολογικών Επιχειρήσεων – Διαφωτίσεως», που συντάχθηκε το Μάιο του 1971 από το Αρχηγείο Στρατού, υπό τον τίτλο «Ψίθυροι – Διαδόσεις – Φήμαι», στη σελίδα 5 του οποίου αναφέρεται το εξής: «Διεδόθησαν τα κατωτέρω: […] β. η νίκη του ΠΑΟ επί του Ερυθρού Αστέρος εξηγοράσθη αντί 3 εκατ. δραχμών. […] Η μοναδική διασύνδεση της ως άνω φημολογίας από το προπαγανδιστικό δελτίο της χούντας, είναι μια συνέντευξη του εξόριστου Ασλανίδη το Φεβρουάριο του 1975 στην εφημερίδα «Βραδυνή», κατά την οποία αφήνει υπόνοιες ότι επί παντοδυναμίας του γίνονταν δωρεές σε ξένους συλλόγους για τη διευκόλυνση των ελληνικών ομάδων στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις. Ο Ασλανίδης μάλιστα τονίζει ότι μια δωρεά προς σύλλογο γειτονικής χώρας, ήταν εν γνώσει και του δικτάτορα Παπαδόπουλου.
Πέραν των ανωτέρω, δεν υπάρχει κάτι άλλο άξιο λόγου ή κάτι συνοδευόμενο από το παραμικρό στοιχείο. Ακόμα και στο πρόσφατο θέμα του δημοσιογράφου Julio Maldonado στην ιστοσελίδα της Marca υπάρχει μια αναφορά ότι υπήρξαν κατηγορίες πως ο Παπαδόπουλος δωροδόκησε κάποιους εμπλεκόμενους, αλλά στο βίντεο που συνοδεύει το θέμα, ο δημοσιογράφος δεν κάνει την παραμικρή αναφορά. Το κείμενο συνοδεύεται από το δισέλιδο της ισπανικής εφημερίδας του 1971, η οποία αναφέρει ότι ο Άγιαξ κέρδισε δίκαια το κύπελλο και οι παίκτες του Πούσκας πάλεψαν σαν λιοντάρια, αλλά μειονεκτούσε επιθετικά.
Πλέον είναι διαθέσιμο όλο το πλέγμα πληροφοριών, έχει αναλυθεί ακόμα και η φιλοσοφία της πληροφορίας, οι τάσεις, η φύση, η δυναμική, οι κίνδυνοι. Ηθική στην ινφόσφαιρα δεν υπάρχει. Κατέστη σαφές ότι πολλές φορές η πραγματικότητα μπορεί να είναι προσομοιωμένη σε τέτοιο βαθμό που είναι αδύνατο να διαχωριστεί από την «πραγματική» πραγματικότητα. Η απόσταση από την «επικοινωνία» μέχρι την προπαγάνδα είναι στις μέρες μας πάρα πολύ μικρή.
Το κοινό καλείται να διαχειριστεί τέτοιο όγκο πληροφοριών που πολλές φορές εύχεται να ζει σε εικονική πραγματικότητα. Εξαρτάται από το γνωστικό πεδίο και την παιδεία του καθενός, προκειμένου να διακρίνει τη διαφορά, ως συμμετέχων στο πανηγύρι της πληροφόρησης, της μεταπληροφόρησης και της παραπληροφόρησης. Η ελληνική ποδοσφαιρική πραγματικότητα είναι άσχετη με τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε κάποιοι το ποδόσφαιρο και κάθε αξίωση αλήθειας μέσα σε αυτήν την κατάσταση, πρέπει να θεωρείται αφελής.
Πηγή: sdna.gr