Ένας ένοπλος τον πλησίασε και τον πυροβόλησε στο κεφάλι. Λίγες ώρες αργότερα υπέκυψε στα τραύματα του και στις 6 Ιουνίου ανακοινώθηκε ο θάνατος του, που συγκλόνισε το αμερικανικό έθνος. Πέντε μόλις χρόνια μετά την εν ψυχρώ εκτέλεση του Αμερικανού προέδρου και αδερφού του, Τζον Κένεντι, ο Ρόμπερτ είχε το ίδιο τραγικό τέλος.
Ο γερουσιαστής της Νέας Υόρκης ήταν υποψήφιος για το προεδρικό χρίσμα των Δημοκρατικών και γιόρταζε τη νίκη του στις προκριματικές εκλογές στην Καλιφόρνια. Λίγο πριν από την επίθεση μίλησε στους δημοσιογράφους και στους ψηφοφόρους του και στο τέλος της ομιλίας του αναφέρθηκε στην επικείμενη νίκη του στο Σικάγο. Αφού αποχώρησε από το βήμα, κατέβηκε στην κουζίνα και ευχαρίστησε το προσωπικό του ξενοδοχείου.
Τότε, ο Παλαιστίνιος Σιρχάν Σιρχάν τον πυροβόλησε και ο Ρόμπερτ Κένεντι έπεσε στο έδαφος. Ο Ρόμπερτ Κένεντι λίγα λεπτά πριν από τη δολοφονία του Ανάμεσα τους ήταν και ο 17χρονος τότε μετανάστης Χουάν Ρομέρο που του κρατούσε το κεφάλι μετά την επίθεση. Πρόσφατα, μίλησε σε ντοκιμαντέρ και ανέφερε: «Ήταν σαν να πέθανε μαζί του όλη η ελπίδα». Ο Ρόμπερτ Κένεντι είχε διατελέσει Υπουργός Δικαιοσύνης κατά τη διάρκεια της θητείας του Τζον Κένεντι στον Λευκό Οίκο και είχε πολεμήσει το οργανωμένο έγκλημα.
Πέντε χρόνια αργότερα, δέχθηκε πιέσεις για να διεκδικήσει το δημοκρατικό χρίσμα. Αρχικά ήταν διστακτικός και συνήθιζε να λέει ότι «παίζει ρώσικη ρουλέτα κάθε πρωί που ξυπνάει», ωστόσο τελικά αποδέχτηκε την πρόταση και ανακοίνωσε την υποψηφιότητα του στις 16 Μαρτίου 1968. Όπως ανέφερε: «Δεν είμαι υποψήφιος απλώς για να αντιταχθώ σε κάποιον συγκεκριμένο πολιτικό, αλλά για να προτείνω νέες πολιτικές.
Είμαι υποψήφιος επειδή πιστεύω ότι η χώρα αυτή έχει πάρει έναν επικίνδυνο δρόμο, επειδή έχω σαφείς απόψεις για το τι πρέπει να γίνει, και επειδή αισθάνομαι ότι είμαι υποχρεωμένος να κάνω ό,τι μπορώ. Είμαι υποψήφιος για να αναζητήσω νέες πολιτικές – πολιτικές που θα τερματίσουν την αιματοχυσία στο Βιετνάμ και στις πόλεις μας, πολιτικές που θα κλείσουν το χάσμα που υπάρχει μεταξύ λευκών και μαύρων, πλούσιων και φτωχών, νέων και μεγαλύτερων, στη χώρα αυτή και σε όλο τον κόσμο».